- κτηματαγορά
- η1. τόπος όπου διενεργούνται αγοραπωλησίες κτημάτων2. το σύνολο τών τιμών και τών συνθηκών που ισχύουν κατά την αγορά και πώληση τών κάθε είδους κτημάτων, αστικών ή αγροτικών, σε ορισμένη χρονική περίοδο.[ΕΤΥΜΟΛ. < κτῆμα, -ατος + αγορά].
Dictionary of Greek. 2013.